Λέξεις κλειδιά: Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου, Καλαμπάκα, Ζωγραφική, Αγιογραφία 16ος αιώνας
Keywords: Church of the Dormition of the Virgin, Kalambaka, Painting, Byzantine art, 16th century
Περίληψη
Η εντοίχια θρησκευτική ζωγραφική στην περιοχή της δυτικής Θεσσαλίας το τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα δεν έχει μελετηθεί συστηματικά. Η έξαρση της εκκλησιαστικής οικοδομικής δραστηριότητας και η συνακόλουθη ανάπτυξη της μνημειακής της ζωγραφικής που διαπιστώνεται κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο, αποτελεί απότοκο της θρησκευτικής παράδοσης, εξαιτίας των Μονών των Μετεώρων, που αποτελούν μεγάλο κέντρο του Χριστιανισμού και συνακόλουθα του προνομιακού φορολογικού καθεστώτος που απέκτησε η περιοχή της Θεσσαλίας στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα. Γενικότερα στις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα, οι συνθήκες για τη διακόσμηση ναών στη Θεσσαλία είναι εξαιρετικά ευνοϊκές.Στην παρούσα διατριβή παρουσιάζεται η τέχνη των ζωγράφων που αναφέρονται στην κτιτορική επιγραφή, Νεόφυτος (γιος του Θεοφάνη Στραλίτζα-Μπαθά) και Κυριαζής,μέσα από την αναλυτική μελέτη του τοιχογραφικού διακόσμου, ενώ χρησιμοποιούνται ως συγκριτικό υλικό πρωτίστως τα ενυπόγραφα έργα του Θεοφάνη και δευτερεύοντος των υπολοίπων κρητικών μνημείων του Αγίου Όρους, των Μετεώρων και της γύρω περιοχής.Επιχειρείται εύρεση μνημείων επηρεασμένων από την τέχνη του εξεταζόμενου ναού και αναφέρεται ό,τι καινούργιο υπάρχει προς έρευνα.Η διατριβή διαρθώνεται σε οκτώ κεφάλαια. Στο πρώτο αποτυπώνεται το γενικό ιστορικό πλαίσιο της δυτικής Θεσσαλίας, προσεγγίζεται η επισκοπή Σταγών και παρουσιάζεται το ιστορικό γίγνεσθαι και η καλλιτεχνική δραστηριότητα στην περιοχή κατά τον όψιμο 16ο αιώνα. Στο δεύτερο κεφάλαιο ακολουθεί σύντομη αρχιτεκτονική περιγραφή του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και αναλύονται οι επιγραφές. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζεται και ερμηνεύεται το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού. Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται συστηματική εικονογραφική ανάλυση. Στο πέμπτο κεφάλαιο εξάγονται συμπεράσματα για τα εικονογραφικά πρότυπα των ζωγράφων. Στο έκτο και έβδομο κεφάλαιο εντάσσονται τα συμπεράσματα της μελέτης που αφορούν στη γενική θεώρηση του διακόσμου από τεχνοτροπική άποψη και επιχειρείται προσέγγιση στην τέχνη των ζωγράφων του ναού. Στο όγδοο και τελευταίο κεφάλαιο, σε μια προσπάθεια προσδιορισμού της καλλιτεχνικής διαδρομής των δύο ζωγράφων και λαμβάνοντας υπόψη το μέχρι στιγμής δημοσιευμένο υλικό, προσδιορίζεται το καλλιτεχνικό τους ιδίωμα. Τέλος,διαπιστώνεται η ύπαρξη του ενός εκ των δύο και σε άλλα μνημεία της περιοχής.Το ζωγραφικό συνεργείο, υπό τις εντολές του επικεφαλής αγιογράφου,αναπτύσσει συμμετρικά τις συνθέσεις.Διαπιστώνεται ότι ο Νεόφυτος και ο Κυριαζής συνεχίζουν το εικονογραφικό ευρετήριο της κρητικής σχολής, με ιδιαίτερη προτίμηση στις επιλογές του Θεοφάνη και λιγότερο σε αυτές του Τζώρτζη. Υπεύθυνος ζωγράφος για το όλο σύνολο ήταν ο Νεόφυτος, καλλιτέχνης προερχόμενος όχιαπλά από περιβάλλον αγιογράφων, αλλά γιός ενός μεγάλης φήμης ζωγράφου και βασικού εκπρόσωπου σχολής. Η καλλιτεχνική του προσωπικότητα σαφώς διαμορφώνεται ξεκάθαρα από την τέχνη του πατέρα του˙ ωστόσο δεν αρκείται στο να μεταφέρει απλώς τα εικονογραφικά θέματα όντας ένας απλός φορέας μιας ζωγραφικής τέχνης, αλλά εμφανίζεται προοδευτικός.Πρόκειται για έναν άξιο της προσοχής μας ζωγράφο, ο οποίος μας υποχρεώνει να αναθεωρήσουμε στερεότυπες απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η ζωγραφική στα τέλη του 16ου αιώνα στερείται δημιουργικής δύναμης και προσλαμβάνει χαρακτήρα λαϊκό.
Summary
The religious frescoes of late-16thcentury western Thessaly have not heretoforebeen studied systematically. The evident postbyzantineboom in church construction, and thesubsequent development of monumental artare a result of the area’s religious tradition,driven by the monasteries of Meteora, whichwere a major center of Christianity, and of theprivileged taxation status bestowed upon theregion of Thessaly in the first half of the 16thcentury. The conditions formed in the finaldecades of the century are exceptionallyfavorable for the decoration of churches in ThessalyThe present dissertation presents the art of thepainters mentioned in the donor inscription,Neophytos (son of Theofanes Strelitzas-Bathas)and Kyriazes, through exhaustive study of thechurch’s wall decoration. Comparative materialis chiefly drawn from Theofanes’ previoussigned works but also those works in the otherCretan monuments of Mt. Athos, Meteora andthe surrounding region. An attempt is made todiscover monuments influenced by the art ofthe church under examination, along withmentions of any new elements for study. The dissertation is organised into eightchapters. The first chapter details the widerhistorical context of western Thessaly,examines the bishopric of Stagoi and presentsthe historical timeline and the artistic activitiesin the region during the late 16th century. Thesecond chapter is devoted to a description ofthe church’s architecture and an analysis of itsinscriptions. The church’s iconographicalprogram is presented in the third chapter. Adetailed iconographical analysis is the subjectof the fourth chapter. The fifth chapter drawsconclusions on the artists’ iconographicalmodels. The sixth and seventh chapters includethe conclusions of a study concerning thegeneral consideration of the decoration from astyle perspective, and an attempt is made toapproach the art of the church’s artists. Theeighth and final chapter consists of an attemptto delineate the artistic career of the twopainters, whose artistic idiom is definedthrough the study of published material.Finally, the presence of one of the two isascertained in other monuments of the region The painters’ workshop, under thecommand of the head hagiographer, developsthe compositions symmetrically. It becomesapparent that Neophytos and Kyriazescontinued the iconographical repertoire of theCretan school, with a preference for the choicesof Theofanes over those of Tzortzes. The artistresponsible for the project was Neophytos, whowas descended not just from a simplehagiographer’s environment, but who was theson of a renowned artist and majorrepresentative of the school. His artisticpersonality was clearly developed through hisfather’s art, though he was not content tomerely transfer the iconographical subjects as asimple representative of an art form; rather, hetook the art one step further. This is an artistworthy of our attention, who compels us to reevaluateestablished views according to whichart in the late 16th century lacked creative driveand assumed a folk character.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου